- δεξιτερός
- δεξιτερός1 right
δεξιτερῷ μόνον ἀμφὶ ποδί P. 4.96
ἂν δ' εὐθὺς ἁρπάξαις ἀρούρας δεξιτερᾷ προτυχὸν (sc. χερί) P. 4.35
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
δεξιτερῷ μόνον ἀμφὶ ποδί P. 4.96
ἂν δ' εὐθὺς ἁρπάξαις ἀρούρας δεξιτερᾷ προτυχὸν (sc. χερί) P. 4.35Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
δεξιτερός — δεξιτερός, ά, όν (Α) 1. (για μέλη τού σώματος μόνο, «δεξιτερῇ... χειρί», «δεξιτερῷ... ποδί») δεξιός 2. το θηλ. ως ουσ. η δεξιτερά η δεξιά, το δεξί χέρι. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αρχ. συγκριτικό τ. τού επιθ. δεξιός*, που αντιτίθεται στο σκαιός… … Dictionary of Greek
δεξιτερός — right hand of two masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτερά — δεξιτερός right hand of two neut nom/voc/acc pl δεξιτερά̱ , δεξιτερός right hand of two fem nom/voc/acc dual δεξιτερά̱ , δεξιτερός right hand of two fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτερῶν — δεξιτερός right hand of two fem gen pl δεξιτερός right hand of two masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτερόν — δεξιτερός right hand of two masc acc sg δεξιτερός right hand of two neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτεροῖο — δεξιτερός right hand of two masc/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτεροῖς — δεξιτερός right hand of two masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτεροῖσι — δεξιτερός right hand of two masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτεροῖσιν — δεξιτερός right hand of two masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτεροί — δεξιτερός right hand of two masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεξιτεροῦ — δεξιτερός right hand of two masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)